«Νεολαία Και Πολιτική»

Σ. ΜΑΝΙΚΑΣ: Πρώτο σημείο αυτοκριτικής, για λογαριασμό του Τάσου. Η έκφραση παιδιά. Ξέρετε στην κατεστημένη πολιτική, όταν θέλεις να απευθύνεσαι στη νεολαία είναι παιδιά.

Αυτόματα χαράζεις αποστάσεις, άρα μπορούμε να μιλάμε κυρίες και κύριοι αν θέλουμε να είμαστε τυπικοί, φίλοι και φίλες αν θέλουμε να νιώσουμε εγγύτερα, τώρα συναγωνιστές και σύντροφοι, αφήστε να το δούμε σε πορείες, που μπορεί να το αποδεικνύουν αυτό.

Ξεκινώντας ήθελα να σας ευχαριστήσω κι εγώ με τη σειρά μου για την παρουσία σας εδώ και πριν μπω, πολύ συνοπτικά, σε κάποια θέματα θέλω να εξηγήσω τη σκοπιμότητα αυτής της συνάντησης.

Δηλαδή κάτω από το πρίσμα ποιας ιδέας πάρθηκε αυτή η πρωτοβουλία. Συνήθως οι πολιτικοί εγκλωβίζονται σε κατεστημένες διαδικασίες. Κατεστημένες διαδικασίες που πολλοί ενδεχομένως έχετε παρακολουθήσει ή έχετε ακούσει, είναι ότι κατά κανόνα συνεργάζονται με ένα δικό τους πιστό περιβάλλον, συνεργατών, φίλων, γνωστών, πολιτικών υποστηρικτών και αντιλαμβάνεστε ότι εκεί η σχέση είναι περιορισμένη.

Δεύτερον, συνηθίζουν να γίνονται εκδηλώσεις, που ο πολιτικός μιλάει από καθέδρας, στο τέλος χαιρετάει και αποχωρεί. Έτσι έχουμε στην ουσία μια μονόδρομη επικοινωνία, κάποιος καταθέτει τις απόψεις του, καλές ή κακές δεν έχει σημασία, αλλά δε δίνεται στον αποδέκτη αυτών των απόψεων, αυτών των ιδεών και αυτών των προτάσεων, η δυνατότητα να εκφράσει αυτός τις δικές του ιδέες, τις αντιρρήσεις του, τις συμφωνίες του ή τις εναλλακτικές του προτάσεις.

Το τρίτο που κατά τη δική μου άποψη είναι πολύ σημαντικό και είναι αποτέλεσμα μιας βασικής μου εκτίμησης για τη σημερινή πολιτική ζωή στο σύνολό της και το πολιτικό σύστημα και βεβαίως από την πλευρά του ΠΑΣΟΚ το βλέπω αυτό το πράγμα αναμφίβολα, δεν μπορώ να αρνηθώ ούτε την πολιτική, ούτε την κομματική μου ένταξη, είναι ένα απλό, που λέει ότι ένα κόμμα χωρίς νεολαία, είναι ένα κόμμα χωρίς προοπτική.

Αυτός είναι ο πιο ουσιαστικός λόγος, τουλάχιστον προσωπικά για μένα, να αναζητήσω μια ανορθόδοξη για τις ενδεχομένως συνήθεις πρακτικές, συνάντηση όπου χωρίς να έχει μια προδιαγεγραμμένη αυστηρή ημερήσια διάταξη και χωρίς να υπάρχει εκείνος ο αυθεντικός εισηγητής του οποίου ο λόγος θα γίνει αποδεκτός και εκεί θα τελειώσει η διαδικασία, επιζητώ να δω, πώς σήμερα οι νέοι άνθρωποι, οι οποίοι βιώνουν μια κοινωνική πολιτική πραγματικότητα, αντιλαμβάνονται αυτή την πραγματικότητα, ποιες είναι οι ανησυχίες τους και ποιες είναι οι ιδέες τους.

Επειδή προφανώς εδώ είμαστε έξω από ένα οργανωμένο πλαίσιο, μπορούμε να πούμε ότι εδώ περισσότερο είμαστε μια κοινωνική συνάθροιση και λιγότερο μια πολιτική συνάθροιση, το δικό μου ενδιαφέρον είναι να ακούσω, ό,τι εσείς νομίζετε και που μπορεί να αφορά την ίδια την πολιτική, τα ίδια τα προβλήματα πώς τα αντιλαμβάνεστε, αν έχετε ιδέες και προτάσεις και σε κάθε περίπτωση τι νομίζετε ότι μπορεί και πρέπει να γίνει.

Δεν προτίθεμαι να κάνω καμιά απλή εισήγηση, γιατί θα ήταν μονότονο να επαναλάβω τα βασικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα μας σήμερα, η νέα γενιά ιδιαίτερα, είναι τα προβλήματα της εκπαίδευσης, είναι τα προβλήματα της απασχόλησης, είναι τα προβλήματα της ποιότητας και της διάθεσης του ελεύθερου χρόνου και όλα τα συναφή.

Θα ήθελα απλά να δώσω, πολύ συνοπτικά, ένα βασικό πυρήνα, δικών μου ιδεών, γιατί είναι ένα τεστ προς τον εαυτό μου, κατά πόσο εξακολουθεί η πολιτική και ιδεολογική μου σκέψη να είναι, ας το πω λίγο με μια σύγχρονη ορολογία, σε συμβατότητα με αυτό που ευαγγελίζονται σήμερα οι νέοι άνθρωποι.

Κατ’ αρχήν οφείλω να σας πω ότι είμαι από εκείνους που απορρίπτουν την ιδέα ότι η νεολαία αποστρέφεται την πολιτική, ως αποτέλεσμα του χάσματος γενεών.

Υπάρχει μια θεωρία που πολλοί ίσως να την έχετε ακούσει, ότι το χάσμα των γενεών, είναι εκείνο το οποίο αποστασιοποιεί τη νεολαία από την πολιτική.

Η δική μου εκτίμηση είναι ότι η νεολαία δεν αποστρέφεται την πολιτική, αλλά αποστρέφεται τον τύπο της πολιτικής, όπως σήμερα διεξάγεται. Και λέω πολύ συμπερασματικά και αξιωματικά, αυτή τη θέση.

Δεύτερη ιδέα που έχω, είναι ότι επικρατεί σήμερα μια ιδέα, περί μιας απολίτικης νέας γενιάς. Πολλοί την ονομάζουν γενιά της ευδαιμονίας, γενιά του καταναλωτισμού, μια γενιά η οποία εν πάση περιπτώσει δεν έχει τα κοινωνικά οράματα και τα κοινωνικά αιτήματα π.χ. της δικής μου γενιάς, της γενιάς του Πολυτεχνείου.

Εδώ καταθέτω μια δεύτερη ιδέα, που είναι σε διαφωνία με αυτή, την επικρατούσα διαπίστωση, που κυριαρχεί και στα media και ενδεχομένως και στις πολιτικές αναλύσεις.

Πρώτον, απομυθοποιώντας τη δική μου γενιά, ότι η δική μου γενιά δεν έκανε τίποτα άλλο, απ’ ότι θα έκανε η οποιαδήποτε γενιά είχε απέναντί της ένα φασιστικό, διχτατορικό καθεστώς.

Η όποια μυθοποίηση, κατά τη γνώμη μου, είναι επιλήψιμη, είτε για να καρπωθούμε οφέλη από μια συμμετοχή, η οποία εκείνη την περίοδο δεν είχε καμία πολιτική σκοπιμότητα, είτε για να διαμορφώσουμε ένα ανταγωνιστικό πολιτικό πλεονέκτημα, έναντι οποιασδήποτε άλλης γενιάς.

Αντίθετα πιστεύω ότι όπως κάθε νέα γενιά και η σημερινή νέα γενιά, άσχετα αν δεν εκφράζεται πολιτικά συγκροτημένα, έχει κατά τη γνώμη μου, κοινωνικές, προοδευτικές κατευθύνσεις.

Αυτό έχει κανείς την ευκαιρία να το διαπιστώσει, όπου της δόθηκε η ευκαιρία, αυτής της νέας γενιάς, να εκφραστεί. Εδώ μπαίνει η τρίτη παρατήρηση, η τρίτη ιδέα, που λέει ότι είναι μια γενιά, η οποία αμφισβητεί, αλλά είναι μια γενιά η οποία ταυτόχρονα δεν πράττει.

Όποιος έχει μια στοιχειώδη γνώση της πολιτικής ιστορίας, θα ξέρει ότι η αμφισβήτηση είναι η μαμή, είναι η μήτρα της πολιτικής εξέλιξης. Προφανώς η αμφισβήτηση από μόνη της, δε συνιστά σε καμία περίπτωση, πολιτική στρατηγική. Αλλά χωρίς την αμφισβήτηση, δεν μπορεί σε καμία περίπτωση, να διαμορφωθεί μια πολιτική στρατηγική ανατροπής.

Συμπερασματικά πάνω σε αυτή την ιδέα, εγώ λέω ότι κάθε νέα γενιά, έχει προφανώς το δικαίωμα στην αμφισβήτηση και προφανώς με κάποιο τρόπο και σε κάποια στιγμή, που δεν μπορεί να προδιαγραφεί, θα αποτυπώσει και πολιτικά τις δικές της ιδέες, οι οποίες θα κυριαρχήσουν κάποια στιγμή στο πολιτικό σύστημα.

Θα μου πείτε, αυτό θα γίνει αυτόματα; Προφανώς, εδώ μπαίνει ένα ζητούμενο. Ένα ζητούμενο που πραγματικά δεν έχω μία πλήρη απάντηση. Το ζητούμενο είναι πώς θα διανύσουμε την απόσταση από την αμφισβήτηση στην κοινωνική πολιτική διεκδίκηση, αλλά με πραγματικούς πολιτικούς συσχετισμούς.

Εγώ δε θα μιλήσω ότι είναι απαραίτητο κάποιος σήμερα, για να εκφραστεί πολιτικά, ότι πρέπει να ενταχθεί σε ένα κόμμα που μπορεί να του αρέσει η ιδεολογία του και το πλαίσιο πολιτικής του, αλλά δεν τον εκφράζει η κομματική και καθημερινή συμπεριφορά του.

Αντίθετα θα επεδίωκα ένα διάλογο, στο ποιες είναι οι σύγχρονες μορφές, κοινωνικής και πολιτικής οργάνωσης, που θα βλέπατε εσείς, η νέα γενιά γενικότερα, ώστε όλα αυτά που πιστεύετε, να γίνουν ένα πολιτικό πρόγραμμα, το οποίο να μπει στην καθημερινότητα, πάνω εκεί να γίνουν οι συγκρούσεις, οι αντιπαραθέσεις και βεβαίως οι δικαιώσεις.

Θα κλείσω κατ’ αρχήν σε αυτή την πρώτη τοποθέτηση, με ένα μόνο σύγχρονο πολιτικό θέμα, που είναι γενικότερο, δεν αφορά τη νέα γενιά, αφορά μια παγκόσμια εξέλιξη και αυτό σχετίζεται με τον επαπειλούμενο, το σχεδόν βέβαιο, τον ενδεχόμενο πόλεμο με το Ιράκ, κάνοντας μερικές σκέψεις.

Αυτό γιατί, γιατί το Σάββατο που μας έρχεται γίνεται στην Αθήνα ένα παναθηναϊκό, πανελλαδικό θα έλεγα, αλλά παναθηναϊκό στην ουσία συλλαλητήριο, από τη συμμαχία «Σταματήστε τον Πόλεμο» .

Πραγματικά θα μπορούσα να ζητήσω από εσάς, όχι τη συμμετοχή σας, μια που τη θεωρώ αυτονόητη, γιατί η νεότητα ιστορικά είναι πάντα συνδεδεμένη με τα κινήματα του πασιφισμού και της ειρήνης, αλλά πραγματικά θα ήθελα να αντιληφθούμε με ποια ιδέα σήμερα, ένας που θα πάει στη διαδήλωση του Σαββάτου, αντιλαμβάνεται την ειρήνη.

Εξηγούμαι λέγοντας ότι, προφανώς σήμερα σε παγκόσμιο επίπεδο, υπάρχει η αμερικανική επικυριαρχία. Ουδείς αναλυτής μπορεί να την αμφισβητήσει. Το ερώτημα είναι πώς μπορεί κανένας να αντισταθεί.

Εδώ νομίζω ότι στη χώρα μας, όπως και στο επίπεδο των ευρωπαϊκών λαών κυρίως, οι οποίοι έχουν έναν πολιτισμό πίσω τους και μια κουλτούρα, γύρω από τα σοσιαλδημοκρατικά, τα αριστερά, τα εργατικά κινήματα, παρατηρούμε μία αναντιστοιχία ανάμεσα στη λαϊκή βούληση και στο τι πράττουν οι κυβερνήσεις.

Π.χ. στην Ελλάδα μια δημοσκόπηση που είχα την τύχη να δω την προηγούμενη βδομάδα, λέει πολύ απλά ότι το 85% του ελληνικού λαού είναι κατά του πολέμου. Αυτό νομίζω ότι δε χρειάζονταν να μας το δείξει μια δημοσκόπηση, αλλά ωστόσο όταν το διαβάζεις νιώθεις ότι μπροστά σου έχεις ένα ισχυρό, φιλειρηνικό αίτημα.

Άραγε, πώς μπορεί να δικαιολογηθεί η Ελληνική Κυβέρνηση εν προκειμένω και ως Προεδρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης αν με βάση αυτό το ποσοστό, δε δώσει μια σκληρή μάχη έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εγώ δε θα πω τι πρέπει να γίνει, αλλά το μόνο, που με πολύ απλά λόγια, θα προσπαθήσω να περιγράψω την αντίφαση την οποία είμαστε υποχρεωμένοι σήμερα να δεχτούμε.

Στη βάση των προοδευτικών ιδεών, των αριστερών ιδεών, οι διεθνείς σχέσεις και η ειρήνη, δομείται πάνω στις αρχές της αλληλεγγύης, της δημοκρατίας και του Διεθνούς Δικαίου.

Επόμενα, αν το λάβει κανένας αυτό υπόψη του, βλέπει ότι ο δρόμος μιας κυβέρνησης, μονοσήμαντα θα ήταν μια σταθερή άρνηση εμπλοκής στον οποιοδήποτε πόλεμο ή συναίνεσης, δεν έχει σημασία η εμπλοκή, ή συναίνεσης στον πόλεμο.

Θα απαιτούσε κανένας, μια στεντόρεια, μια σταθερή αντίδραση απέναντι στις επιλογές των Ηνωμένων Πολιτειών. Αυτή είναι η μια πλευρά της αντίφασης, γιατί η άλλη είναι ότι οι διεθνείς σχέσεις δε δομούνται πάνω στις αρχές της αλληλεγγύης και των κανόνων Διεθνούς Δικαίου, αλλά δομούνται πάνω στο πεδίο των συμφερόντων.

Το πεδίο των συμφερόντων αυτή τη στιγμή για την αμερικάνικη πολιτική έχει δύο κυρίως στοιχεία. Το πρώτο στοιχείο, είναι αυτό που εύκολα φαίνεται και το συνομολογούμε όλοι. Είναι η μάχη των πετρελαίων.

Το Ιράκ γνωρίζουμε όλοι ότι έχει τεράστια αποθέματα, πολύ καλού πετρελαίου και αυτά είναι διεκδικίσιμα από την Αμερική, με την έννοια του πολιτικού ελέγχου της περιοχής, γιατί τα τελευταία χρόνια έχουν εισβάλλει και η Γαλλία μέσω της εταιρείας «OTAL» και οι Ιταλοί μέσω της εταιρείας «ANY» στη διεκδίκηση αυτών των πετρελαίων. Ενώ πριν 6 μήνες έγινε ένα μεγάλο συμβόλαιο ανάμεσα στη Ρωσία του Πούτιν και στο Ιράκ, για την εκμετάλλευση των κοιτασμάτων του Ιράκ.

Αυτό είναι που εμφανίζεται σήμερα, ως το κυρίαρχο στοιχείο. Αυτό ενδεχομένως είναι ένα στοιχείο στην πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών, το βασικό όμως στοιχείο, είναι η στρατηγική των Ηνωμένων Πολιτειών, για τα επόμενα 50 χρόνια κυριαρχίας στον κόσμο, 50 ή 100, δεν έχει τέλος μια στρατηγική κυριαρχίας, χρονικό τέλος δεν έχει ποτέ.

Κι αυτό το λέω γιατί σταθερή επιδίωξη και το λέω για να μπορέσουμε να ερμηνεύουμε κάποιες κινήσεις των Ηνωμένων Πολιτειών, όχι με την έννοια να τις αποδεχτούμε, αν τις ερμηνεύουμε για να μπορούμε να τις αντιμετωπίζουμε, σταθερή στρατηγική των Ηνωμένων Πολιτειών, είναι να μη διαμορφωθεί σε καμία περίπτωση ο λεγόμενος Ευρωασιατικός άξονας.

Αυτός τι σημαίνει; Σημαίνει ότι να μη διαμορφωθεί μια ισχυρή πολιτική, κοινωνική, αλλά και οικονομική συμμαχία, Ευρώπης – Ρωσίας – Μέσης Ανατολής και της ανερχόμενης οικονομικά δύναμης που λέγεται Κίνα, διότι η διαμόρφωση αυτού του άξονα, θα απειλήσει τότε πραγματικά την παγκόσμια κυριαρχία των Ηνωμένων Πολιτειών.

Ο τρόπος που αυτή η στρατηγική βλέπει την καταστροφή της ενδεχόμενης ανάπτυξης του ευρωασιατικού άξονα, είναι πολύ απλός. Σήμερα με τα πετρέλαια τι κάνουμε;

Καταφέρνουμε πρώτον να εμποδίσουμε την Ευρώπη να βγει από την οικονομική ύφεση. Διότι η Ευρώπη διαθέτει τεχνολογία, διαθέτει γνώσεις, αλλά δε διαθέτει δυστυχώς φυσικές πρώτες ύλες, δε διαθέτει ενεργειακές ύλες. Είναι μια ήπειρος ενεργειακά εξαρτημένη. Άρα εμποδίζει την οικονομική της ανάπτυξη.

Το δεύτερο, με την παρουσία των Ηνωμένων Πολιτειών στη Μέση Ανατολή, μέσα από τους τοπικούς πολέμους, τις αναφλέξεις, τις συρράξεις, αλλά και την κυριαρχία πολιτικών κυβερνήσεων υπηκόων στην αμερικάνικη πολιτική, εμποδίζει ευρύτερες συμμαχίες που έχουν ιστορική παράδοση, ανάμεσα στην Ευρώπη και στις αραβικές χώρες.

Μέσα από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, προφανώς επηρεάζει την οικονομική πορεία της Ρωσίας, η οποία Ρωσία θα πρέπει να γνωρίζετε ότι εξακολουθεί να είναι μια ισχυρή δύναμη, πλην όμως αυτή τη στιγμή και μετά την κατάρρευση του σοβιετικού μπλοκ, είναι μια δύναμη η οποία εξαρτάται εν πολλοίς από τα δάνεια που παίρνει από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.

Βεβαίως αν καταφέρει να ελέγξεις τη Μέση Ανατολή, αν καταφέρεις να ελέγξεις πιο πέρα και το Ιράκ και το Πακιστάν, όπως ελέγχεται μετά τον πόλεμο του Αφγανιστάν, έχεις διαμορφώσει ένα μαλακό υπογάστριο ανάμεσα στην Ευρώπη, τη Ρωσία και την Κίνα, που εμποδίζει τη διαμόρφωση αυτού του ευρωασιατικού άξονα.

Θα μου πείτε ότι αυτά είναι βαθιές αναλύσεις, αλλά είναι αναλύσεις που πρέπει να τις έχουμε συνοπτικά υπόψη μας για να μπορούμε να φεύγουμε από λαϊκίστικες εκδοχές, ότι οι πετρελαιάδες, ο τσαμπουκάς του Μπους, ο Μπους είναι βλάκας, είναι εκείνο, είναι το άλλο.

Ο Μπους δεν είναι καθόλου βλάκας, μπορεί να μην είναι ένας ηγέτης με την έννοια που ενδεχόμενα οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να έχουν, αλλά εξυπηρετεί με απόλυτη πιστότητα την αμερικάνικη στρατηγική επικυριαρχίας στο παγκόσμιο επίπεδο.

Διότι μας δημιουργείται η αυταπάτη ότι αν ενδεχομένως δεν ήταν ο Μπους και ήταν κάποιος άλλος, θα μπορούσαν οι εξελίξεις να ήταν καλύτερες. Στην ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών, μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, δεν έχει υπάρξει Πρόεδρος ο οποίος ανεξαρτήτως του πόσο δημοκρατικός ήταν, δεν εξυπηρέτησε με καθαρό τρόπο την αμερικάνικη στρατηγική.

Κάποιοι μπορεί να ήταν πιο ευφυείς. Κάποιοι μπορεί να εμφανίζονταν πιο ανοιχτοί, αλλά στην ουσία εξυπηρετούσαν την ίδια στρατηγική. Αυτό σήμερα γίνεται βεβαίως με έναν πρωτόγνωρο τρόπο, με έναν καουμπόικο τρόπο, αλλά ωστόσο δεν οφείλεται στο ότι ο Μπους δεν καταλαβαίνει, καταλαβαίνει άριστα και πάνω απ’ όλα.

Άρα η κριτική δεν μπορεί να γίνεται στο πρόσωπο, αλλά πρέπει να γίνεται στη στρατηγική. Αν αυτά όλα που είπα έχουν μια βάση λογικής, τότε ενώ η μία πλευρά της αντίφασης λέει, κανόνας, αλληλεγγύη, Διεθνές Δίκαιο, η άλλη πλευρά λέει συμφέροντα.

Έρχονται λοιπόν οι κυβερνήσεις σήμερα, να απαντήσουν σε αυτή την αντίφαση, προφανώς θα ισορροπήσουν. Γι’ αυτό είναι πάρα πολύ χρήσιμο κατά τη γνώμη μου, η ανάπτυξη αυτού του παγκόσμιου και ιδιαίτερα του ευρωπαϊκού, φιλειρηνικού κινήματος, διότι μπορεί να αποτελέσει εξ αντικειμένου, ένα σταθερό πολιτικό βάθρο, ώστε οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να μπορέσουν σε μια πρώτη φάση να αποκαταστήσουν στοιχειώδεις όρους διαμόρφωσης μιας κοινής εξωτερικής πολιτικής και σε δεύτερη φάση μια ενδεχόμενη πολιτική απογαλάκτισης από την ατλαντική επικυριαρχία.

Βεβαίως μας κάνει εντύπωση η πολιτική της Γερμανίας. Νομίζω ότι οι Γερμανοί πολύ ορθώς αντιλαμβάνονται ότι αποτελούν τη “λοκομοτίβα” της ευρωπαϊκής οικονομίας και της ευρωπαϊκής ανάπτυξης, μέσα από τη στάση αντίστασης στους Αμερικάνους εξυπηρετούν ταυτόχρονα δύο πράγματα.

Πρώτον, σε παγκόσμιο επίπεδο, εμείς είμαστε ο εναλλακτικός πόλος, έναντι των Ηνωμένων Πολιτειών. Και δεύτερον, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, με όρους πια λαϊκούς, με βάση την ειρήνη και την αντίθεση στον πόλεμο, παίρνει ένα προβάδισμα, έναντι των άλλων ευρωπαϊκών δυνάμεων.

Αυτό νομίζω ότι γίνεται εύκολα αντιληπτό, μια που έχουμε μια συγκεκριμένη πολιτική από την πλευρά της Μεγάλης Βρετανίας, την οποία ορθώς τη χαρακτηρίζουν περίπου ως Φιλιππινέζα των Ηνωμένων Πολιτειών και από την άλλη μεριά μια πολιτική της Γαλλίας, η οποία δεν είναι τόσο αποφασιστική, όσο εμφανίζεται, ενδεχομένως να δούμε τη Γαλλία να συμμετέχει στον πόλεμο, γιατί το στρατηγικό της ενδιαφέρον αυτή τη στιγμή είναι να συμμετάσχει στο τραπέζι μοιράσματος της περιοχής μετά τον πόλεμο. Όλα αυτά γίνονται για λόγους διαπραγμάτευσης ακριβώς για τη συμμετοχή της στο τραπέζι μετά τον πόλεμο.